Μετάβαση στο περιεχόμενο

Στέφανος Α΄ της Νάπολης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Στέφανος Α΄ της Νεάπολης
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος687
Νάπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΔουξ

Ο Στέφανος ήταν Βυζαντινός αξιωματούχος, δουξ της Νεάπολης την περίοδο 684-687

Η κύρια πρώιμη μεσαιωνική ιστορική πηγή που αναφέρει τον Στέφανο είναι το Χρονικό των Δούκων του Μπενεβέντο, του Σαλέρνο, της Κάπουας και της Νάπολης. Σύμφωνα με το χρονικό, έλαβε εξουσία επί του Δουκάτου της Νάπολης το 684 μετά το θάνατο του προκατόχου του Καισάριου. Εκείνη την εποχή, η Νάπολη ήταν μέρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και ο Στέφανος έπρεπε να έλαβε τη συναίνεση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Β΄ για επιβεβαίωση στο αξίωμα[1][2].

Οι πηγές αναφέρουν κατά την διάρκεια της θητείας του την έκρηξη του Βεζούβιου που συνέβη τον Μάρτιο του 685, από την οποία υπέστη σοβαρές ζημιές στην περιοχή της Νάπολης. Ωστόσο, η ίδια η πόλη δεν υπέστη καμία σημαντική ζημιά. Οι τοπικοί κληρικοί με επικεφαλής τον Επίσκοπο Ανιέλο το απέδωσαν σε θαύμα, στην μεσολάβηση του Αγίου Τζενάρο. Από τότε, η λατρεία αυτού του αγίου άρχισε να εξαπλώνεται γρήγορα στην πόλη, και σύντομα ο Τζενάρο έγινε ο πολιούχος, προστάτης της Νάπολης. Πιθανώς, οι πρώτες εικόνες αυτού του αγίου στα νομίσματα της Νάπολης σχετίζονται με αυτά τα γεγονότα. Μέχρι τότε, μόνο τα πορτρέτα των βυζαντινών αυτοκρατόρων απεικονίζονταν στα νομίσματα που κόπηκαν εδώ[1][3].

Το Χρονικό των Δούκων του Μπενεβέντο, του Σαλέρνο, της Κάπουα και της Νάπολης αναφέρει ότι ο Στέφανος Α' κυβέρνησε το Δουκάτο της Νεάπολης για τρία χρόνια και πέθανε το 687. Ο διάδοχός του στο αξίωμα ήταν ο Μπονέλος[1][2].

  1. 1,0 1,1 1,2 Schipa M., Il Mezzogiorno d’Italia anteriormente alla monarchia, Bari, Gius. Laterza & Figli, 1923, page 27 & 29
  2. 2,0 2,1 Cappelli A., Cronologia, cronografia e calendario perpetuo, Milano, HOEPLI EDITORE, 1998, page 469, isbn 978-8-8203-2502-2
  3. Italia Meridionale Continentale. Napoli. Parte I: dal ducato napoletano a Carlo V, Corpus Nummorum Italicorum, Roma, Accademia Nazionale dei Lincei, 1940, volume XIX, pages 5—8